Όταν παρατηρείται έλλειψη (τροφοπενία) ή περίσσεια (τοξικότητα) ενός ή περισσοτέρων ανόργανων στοιχείων, τότε ο μεταβολισμός του φυτού διαταράσσεται, γεγονός που οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων επί των φύλλων, βλαστών ή και των καρπών του δένδρου (Βασιλακάκης και Θεριός, 1996). Η έλλειψη του βορίου είναι μια από τις συχνότερα απαντώμενες τροφοπενίες ιχνοστοιχείων (Gupta, 1979). Σε παγκόσμια κλίμακα η συνολική έκταση των εδαφών με χαμηλό βόριο είναι μεγαλύτερη σε σχέση με αυτή των εδαφών που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα κάποιου άλλου ιχνοστοιχείου (Bergmann, 1992). Σε αντίθεση με τα παραπάνω τα εδάφη με περίσσεια βορίου είναι λιγότερο διαδεδομένα (Nable et al., 1997).
Αφού η κίνηση του βορίου εντός του φυτού εξαρτάται από το φυτικό είδος, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των φυτικών ειδών ως προς τη μορφή και τη θέση εμφάνισης των συμπτωμάτων της έλλειψης και της τοξικότητάς του. Ο παράγοντας ''φυτικό είδος'' θα πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν και κατά τη διενέργεια δειγματοληψιών, με σκοπό τον προσδιορισμό της ακριβούς θρεπτικής κατάστασης των φυτών. Έτσι τα ώριμα φύλλα φαίνεται να είναι καλύτερος δείκτης της έλλειψης του βορίου στα είδη που είναι ευκίνητο, ενώ τα νέα πλην όμως πλήρως αναπτυγμένα φύλλα στα είδη που είναι δυσκίνητο (Brown και Shelp, 1997).
Αφού η κίνηση του βορίου εντός του φυτού εξαρτάται από το φυτικό είδος, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των φυτικών ειδών ως προς τη μορφή και τη θέση εμφάνισης των συμπτωμάτων της έλλειψης και της τοξικότητάς του. Ο παράγοντας ''φυτικό είδος'' θα πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν και κατά τη διενέργεια δειγματοληψιών, με σκοπό τον προσδιορισμό της ακριβούς θρεπτικής κατάστασης των φυτών. Έτσι τα ώριμα φύλλα φαίνεται να είναι καλύτερος δείκτης της έλλειψης του βορίου στα είδη που είναι ευκίνητο, ενώ τα νέα πλην όμως πλήρως αναπτυγμένα φύλλα στα είδη που είναι δυσκίνητο (Brown και Shelp, 1997).
Τροφοπενία-έλλειψη βορίου
Η τροφοπενία βορίου παρουσιάζεται κυρίως:
- σε εδάφη με χαμηλό περιεχόμενο βορίου, τέτοια είναι: τα χονδρόκοκκα (ελαφρά), τα προχωρημένης αποσάθρωσης, τα προερχόμενα από ηφαιστειακή τέφρα και τα αβαθή εδάφη που αναπτύχθηκαν πάνω σε ασβεστούχα υλικά (Shorrocks, 1997)
- σε εδάφη με σχεδόν ουδέτερη ή αλκαλική αντίδραση (pH) (Lucas και Knezek, 1972)
- μετά από ασβέστωση εδαφών με χαμηλή περιεκτικότητα βορίου (Bergmann, 1992) και μόνο περιστασιακά μετά από ασβέστωση όξινων εδαφών (Reisenauer et al., 1973)
- σε περιοχές με μέση ή υψηλή βροχόπτωση (Lucas και Knezek, 1972)
- υπό συνθήκες υψηλής έντασης φωτός (Shorrocks, 1997)
- σε περιόδους ξηρασίας (Fleming, 1980)
- σε όξινα εδάφη που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία καθώς και σε οργανικά εδάφη (Jones, 1998)
- τα νεοεκπτυσσόμενα φύλλα και οι ακραίοι οφθαλμοί αποχρωματίζονται και ξηραίνονται
- κοντά μεσογονάτια διαστήματα - οι βλαστοί παίρνουν το σχήμα ροζέτας
- αύξηση του πάχους των βλαστών και των μίσχων. Σχίσιμο των βλαστών και εσωτερική νέκρωση
- πτώση οφθαλμών, ανθέων και αναπτυσσόμενων καρπών
- μικρά και κακοσχηματισμένα φύλλα καθώς και μετατροπή των σύνθετων φύλλων σε απλά
- σχίσιμο και φέλλωση των μίσχων και των νεύρων των φύλλων - σχίσιμο και φέλλωση των βλαστών
- νέκρωση κορυφαίων οφθαλμών και απώλεια της κυριαρχίας της κορυφής με αποτέλεσμα την έκπτυξη πλάγιων βλαστών (ιδιαίτερα μετά από βροχοπτώσεις που ακολουθούν μια παρατεταμένη περίοδο ξηρασίας) που είτε αναπτύσσονται κανονικά (τύπος αύξησης: θαμνώδης) είτε μαραίνονται και ξηραίνονται (τύπος αύξησης: ''σκούπα της μάγισσας'')
- μειωμένος σχηματισμός οφθαλμών, ανθέων, σπερμάτων και καρπών - ελαττωματική γονιμοποίηση και σε πολλές περιπτώσεις αποτυχία γονιμοποίησης
- αναστολή της αύξησης της ρίζας - οι ρίζες γίνονται παχύτερες και κοντότερες, καφετιάζουν και ξηραίνονται
- υάλωση, σχηματισμός καφέ κηλίδων, εσωτερική φέλλωση στα φρούτα και στα σαρκώδη τμήματα των τεύτλων
Η αντιμετώπιση της τροφοπενίας του βορίου επιτυγχάνεται με την εφαρμογή βοριούχων λιπασμάτων είτε στο έδαφος είτε στο φύλλωμα. Το πρόβλημα μπορεί επίσης να αντιμετωπιστεί με την εξεύρεση και αξιοποίηση αποτελεσματικών στην απορρόφηση βορίου γενοτύπων ή με τη δημιουργία τέτοιων με υβριδισμό (κλασσική γενετική) (Brown και Shelp, 1997; Rerkasem και Jamjod, 1997).
Υπερεπάρκεια-τοξικότητα βορίου
Η τοξικότητα του βορίου είναι μια σοβαρή θρεπτική ανωμαλία που μπορεί να περιορίσει την αύξηση των φυτών σε πολλές ξηρές και ημίξηρες περιοχές του πλανήτη μας (Nable et al., 1997). Εδάφη πλούσια σε βόριο είναι κυρίως αυτά που προήλθαν από αργιλλώδη θαλάσσια ιζήματα (Nable et al., 1997), δηλαδή είναι θαλάσσιας προέλευσης. Εκτός από τα φυσικώς πλούσια σε βόριο εδάφη, η συγκέντρωση του βορίου είναι αυξημένη σε αρκετά εδάφη λόγω του εμπλουτισμού τους μέσω του νερού άρδευσης, των αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων και των λιπασμάτων. Η ανομοιόμορφη εφαρμογή των βοριούχων λιπασμάτων οδηγεί συχνά σε προβλήματα τοξικότητας (Shorrocks, 1997; Jones, 1998). Το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να προκύψει λόγω της υπερβολικής τους χρήσης, ακόμα και σε υγρές περιοχές (Keren και Bingham, 1985). Η τοξικότητα εμφανίζεται σε ξηρές και ημίξηρες περιοχές, σε συνδυασμό με προβλήματα αλατότητας (αλατούχα εδάφη, νερά) (Nicholaichuk et al., 1988).
Αφού το βόριο μεταφέρεται με τη βοήθεια του ρεύματος της διαπνοής συσσωρεύεται κυρίως στην κορυφή και στην περιφέρεια του ελάσματος των γηραιότερων φύλλων και λιγότερο στις υπόλοιπες περιοχές του ελάσματος. Με το πέρασμα του χρόνου τα συμπτώματα επεκτείνονται από τα παλαιότερα προς τα νεότερα φύλλα (Oertli, 1960; Bergmann, 1992; Marschner, 1995). Οι περιοχές που συσσωρεύεται το βόριο γίνονται αρχικά χλωρωτικές και στη συνέχεια νεκρώνονται (Oertli, 1960; Bradford, 1966). Τα παραπάνω είναι τα τυπικά συμπτώματα της τοξικότητας βορίου και συναντώνται σε όλα τα φυτικά είδη που το βόριο είναι δυσκίνητο.
Αντίθετα στα φυτικά είδη (οικ. Rosaceae, γένη: Prunus, Malus, Pyrus) στο φλοίωμα (ηθμό) των οποίων το βόριο κινείται ελεύθερα, τα συμπτώματα είναι τελείως διαφορετικά. Αντί για περιφερειακή χλώρωση και κάψιμο των φύλλων, παρατηρείται κάψιμο της κορυφής των νεαρών βλαστών, εκροή κόμμεος από το κεντρικό νεύρο των φύλλων και σχηματισμός φελλωδών περιοχών κατά μήκος των βλαστών και των μίσχων (Brown και Hu, 1996; Brown και Shelp, 1997; Nable et al., 1997).
Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την τοξικότητα του βορίου μπορούμε να κάνουμε τα εξής:
- αν το αρδευτικό νερό είναι πλούσιο σε βόριο η καλύτερη λύση είναι να χρησιμοποιήσουμε νερό καλύτερης ποιότητας ή να επιλέξουμε μια ανθεκτικότερη στο βόριο καλλιέργεια (Bradford, 1966)
- η τοξικότητα του βορίου μπορεί να αποφευχθεί με ασβέστωσή του εδάφους, όταν το pH του είναι χαμηλό (Bergmann, 1992)
- στα αλατούχα εδάφη η τιμή του pH είναι συνήθως υψηλή και η ασβέστωσή τους δεν συμβάλλει αποτελεσματικά στη μείωση των τοξικών επιδράσεων. Η μόνη λύση είναι η έκπλυση με νερό καλής ποιότητας (Bergmann, 1992). Σύμφωνα με τους Keren και Bingham (1985), για την έκπλυση του βορίου απαιτείται τριπλάσια ποσότητα νερού, σε σχέση με την αντίστοιχη για έκπλυση του NaCl
- αυξημένη εφαρμογή αζωτούχων λιπασμάτων και ιδιαίτερα νιτρικού ασβεστίου (Chapman και Vanselow, 1955)
- γενετική βελτίωση των καλλιεργούμενων φυτών, με σκοπό την αύξηση της αντοχής τους (Nable et al., 1997)
- για τα οπωροφόρα δένδρα, επιλογή κατάλληλων υποκειμένων που απορροφούν λιγότερο βόριο από το έδαφος (Bergmann, 1992; Θεριός, 1996)
Οι πληροφορίες προέρχονται από την παρακάτω μεταπτυχιακή διατριβή, στο τέλος της οποίας μπορείτε να βρείτε αναλυτικά και τις αντίστοιχες βιβλιογραφικές αναφορές: Παπαδάκης Ι.Ε., 2002. Φυσιολογική και Ανατομική Μελέτη της Τοξικότητας του Βορίου στα Εσπεριδοειδή. Μεταπτυχιακή Διατριβή. Τμήμα Γεωπονίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Σελ. 154.
Για ακόμη περισσότερη δενδροκομική γνώση και ενημέρωση, επισκεφτείτε και εγγραφείτε στο κανάλι μου στο YouTube πατώντας εδώ!
Μοιραστείτε άμεσα αυτή την ανάρτηση με τους φίλους σας, μέσω Email, Twitter, Facebook, Pinterest ή WhatsApp, χρησιμοποιώντας ένα από τα χαρακτηριστικά εικονίδια που ακολουθούν ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου