Ερευνητική εργασία
Κ.
Ατσαλίνου, Ι. Παπαδάκης, Ε. Τσαντίλη, 2019, Συγκριτική μελέτη αξιολόγησης
διαφόρων γονοτύπων φραγκοσυκιάς, 29ο Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρίας της
Επιστήμης των Οπωροκηπευτικών, 15-18 Οκτωβρίου 2019, Πάτρα.
Περίληψη
Η καλλιέργεια της φραγκοσυκιάς (Opuntia ficus-indica) έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη σημασία. Στα πλαίσια αυτά, στο δενδροκομείο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ) έχει εγκατασταθεί πειραματική φυτεία, αποτελούμενη από γονοτύπους φραγκοσυκιάς που έχουν επιλεγεί από διαφορετικές περιοχές της χώρας μας και δεν αποτελούν γνωστές ποικιλίες. Τα τελευταία χρόνια διεξάγεται έρευνα με σκοπό την σταδιακή, σε βάθος χρόνου, αξιολόγηση των γονοτύπων από δενδροκομικής απόψεως (παραγωγικότητα, ποιότητα καρπών, πρωιμότητα, οψιμότητα κτλ.). Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται δεδομένα αξιολόγησης καρπών τεσσάρων γονότυπων φραγκοσυκιάς που συγκομίστηκαν το 2015. Μεταξύ άλλων, προσδιορίστηκε το βάρος, το μήκος και η διάμετρος των καρπών, ο αριθμός και η διάμετρος των αρεόλων ανά καρπό, το βάθος και η διάμετρος της κοιλότητας που βρίσκεται στο άνω άκρο των καρπών, το πάχος και το βάρος της φλούδας, τα βάρη σάρκας και σπόρων, η αντίσταση φλοιού και σάρκας στην πίεση (συνεκτικότητα), οι χρωματικές παράμετροι L*, a* και b*, C* και h0 σε φλοιό και σάρκα, καθώς και η χυμοπεριεκτικότητα των καρπών. Ακολούθως, προσδιορίστηκε ο όγκος και το βάρος του χυμού ανά καρπό, αλλά και τα ολικά διαλυτά στερεά (oBrix), η ογκομετρούμενη οξύτητα και το pH του χυμού. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των τεσσάρων γονοτύπων (εντός παρένθεσης αναφέρεται η μέση τιμή όλων των γονοτύπων) ως προς το μήκος (87,7 mm), τη διάμετρο (52,3 mm) και την χυμοπεριεκτικότητα (57,3%) των καρπών, τον αριθμό των αρεόλων ανά καρπό (59), τη συνεκτικότητα του φλοιού (1,8 kg), τη διάμετρο (19,1 mm) της κοιλότητας του καρπού, καθώς και τον αριθμό των σπόρων (254) ανά καρπό. Το συνολικό ξηρό βάρος των σπόρων ανά καρπό αλλά και το μέσο βάρος ανά σπόρο ήταν σημαντικά αυξημένα στον γονότυπο Δ από ότι στους Α, Β και Γ. Σημαντικά αυξημένο ήταν το μέσο βάρος των καρπών στους γονότυπους Α, Β και Γ συγκριτικά με τον Δ (116 g). Η αναλογία σάρκας ανά καρπό ήταν αυξημένη στον γονότυπο Γ (64,2 %) σε σχέση με τον Β (61,5%). Ως προς τα χαρακτηριστικά του χυμού, το pH ήταν αυξημένο στους γονοτύπους Β και Γ σε σχέση με τον Α (5,9), τα oBrix στον Α (14,3) σε σχέση με τους Β και Γ, και η ογκομετρούμενη οξύτητα μεγαλύτερη στον Α (0,045 %) σε σχέση με τους Γ και Δ. Ο γονότυπος Γ (μωβ-κόκκινες αποχρώσεις καρπού) διέφερε σημαντικά από τους Α, Β και Δ (κίτρινο-πορτοκαλί αποχρώσεις) στο σύνολο των χρωματικών παραμέτρων που προσδιορίστηκαν στο φλοιό και στη σάρκα των καρπών. Τέλος, η ωρίμανσή των καρπών του γονοτύπου Γ προηγήθηκε κατά περίπου μια εβδομάδα των άλλων γονοτύπων. Συμπερασματικά, από τα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά των καρπών των τεσσάρων γονοτύπων φραγκοσυκιάς που μελετήθηκαν, παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους ως προς ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά των καρπών, που καθορίζουν την αξία τους ανάλογα με την επιδιωκόμενη χρήση (νωπή κατανάλωση, χυμοποίηση κτλ.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου